Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

6 μήνες... Life's fan

Όταν τον Μάρτιο ξεκίνησα δειλά - δειλά να στήνω αυτό το blog, ως μια ανάγκη εσωτερική και ωθούμενη πρωτίστως από τη μεγάλη μου αγάπη για το επάγγελμά μου, τη δημοσιογραφία, δεν είχα φανταστεί ότι θα μπορούσε μέσα σε ένα εξάμηνο να συγκεντρώσει 10.000 προβολές. Η αλήθεια είναι πως το δημιούργησα με πολλή αγάπη και μεράκι και το θεωρώ επίσημα πια "παιδί" μου, κομμάτι μου, όπως άλλωστε και κάθε δουλειά που έχω κάνει μέχρι σήμερα. Φαίνεται όμως πως το έχετε συμπαθήσει (!) κι εσείς και σας ευχαριστώ ειλικρινά!! Δε θα σας κουράσω άλλο.. Σας αφήνω, προς το παρόν, με μια ευχή και δυο νοερά "ταξίδια"...
Καλή συνέχεια στον δρόμο που έχετε επιλέξει ή στην αναζήτηση ακόμη αυτού που σας κάνει να χαμογελάτε και να αγαπάτε περισσότερο. 
Και επειδή είμαστε όλοι παιδιά (κι ας το ξεχνάμε ορισμένες φορές), ανεξαρτήτως ηλικίας και μας αρέσουν τα όμορφα "παραμύθια", σας αφιερώνω τα παρακάτω συμβολικά κείμενα του Χόρχε Μπουκάι. 
                 
                        (και μια μουσική επιλογή για την ανάγνωσή σας... απλά πατήστε το play!)


ΣΥΝΤΟΜΙΑ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ σήμερα το ξημέρωμα 
έζησα την παιδική μου ηλικία το πρωί 
και γύρω στο μεσημέρι έμπαινα ήδη στην εφηβεία μου. 
Και δεν είναι ότι τρόμαξα που ο χρόνος μου περνάει τόσο βιαστικά. 
Μόνο με ανησυχεί λίγο να σκέφτομαι ότι ίσως αύριο 
να είμαι πολύ γέρος για να κάνω όλα όσα άφησα σε εκκρεμότητα. 

(Χόρχε Μπουκάι, Ιστορίες να σκεφτείς, Μετ. Μ. Μπεζαντάκου, Εκδόσεις Opera, Αθήνα 1997)


(και μια ιστορία για όλα τα μισοτελειωμένα - άλυτα ζητήματα που αφήνουμε να απασχολούν το νου, την ψυχή και τη ζωή μας) 

Το πέρασμα του ποταμού
Μια φορά, δυο μοναχοί ζεν βάδιζαν στο δάσος επιστρέφοντας στο μοναστήρι. Όταν έφτασαν στο ποτάμι είδαν μια γυναίκα που έκλαιγε γονατιστή δίπλα στην όχθη. Ήταν νέα και όμορφη. 
"Τι συμβαίνει", τη ρώτησε ο πιο γέρος.
"Η μητέρα μου πεθαίνει. Είναι μόνη της στο σπίτι, στην άλλη μεριά του ποταμού κι εγώ δε μπορώ να τον διασχίσω. Προσπάθησα", συνέχισε η κοπέλα, "αλλά το ρεύμα με παρασύρει και δε θα φτάσω ποτέ απέναντι δίχως βοήθεια... Σκέφτομαι ότι δε θα την ξαναδώ ζωντανή. Τώρα όμως... τώρα που ήρθατε εσείς, ίσως κάποιος από τους δυο σας μπορεί να με βοηθήσει να περάσω το ποτάμι...".
"Μακάρι να μπορούσαμε", είπε λυπημένα ο πιο νέος. "Όμως, ο μόνος τρόπος για να σε βοηθήσουμε είναι να σε πάρουμε αγκαλιά μέσα στο ποτάμι και η πίστη μας μάς απαγορεύει να έχουμε κάθε επαφή με το άλλο φύλο. Είναι απαγορευμένο... Λυπάμαι".
"Κι εγώ λυπάμαι", είπε η γυναίκα. Και συνέχισε να κλαίει. 
Ο πιο γέρος μοναχός γονάτισε, έσκυψε το κεφάλι και είπε: 
"Ανέβα". 
Η γυναίκα δε μπορούσε να το πιστέψει. Όμως, πήρε αμέσως το μπογαλάκι με τα ρούχα της και καβάλησε στην πλάτη του μοναχού. 
Με μεγάλη δυσκολία ο μοναχός πέρασε το ποτάμι, ενώ ο νεότερος τον ακολουθούσε. 
Όταν έφτασαν στην άλλη όχθη, η γυναίκα κατέβηκε και πλησίασε τον γέρο μοναχό για να του φιλήσει τα χέρια. 
"Εντάξει, εντάξει", είπε ο γέρος τραβώντας τα χέρια του. "Συνέχισε τον δρόμο σου" . 
Η γυναίκα έκανε μια υπόκλιση όλο ευγνωμοσύη και ταπεινοφροσύνη, πήρε τα ρούχα της κι έτρεξε στον δρόμο προς το χωριό. 
Οι μοναχοί, δίχως να ανταλλάξουν λέξη, συνέχισαν την πορεία τους προς το μοναστήρι. Είχαν ακόμα δέκα ώρες πορείας... 
Λίγο προτού φτάσουν, ο νέος είπε στον γέρο: 
"Δάσκαλε, ξέρεις καλύτερα από μένα τι μας απαγορεύει ο όρκος της πίστης μας. Ωστόσο, κουβάλησες στην πλάτη σου εκείνη τη γυναίκα σε όλο το πλάτος του ποταμού". 
"Εγώ την κουβάλησα σε όλο το ποτάμι, πράγματι, εσύ όμως που την κουβαλάς ακόμα επάνω στους ώμους σου;" 

(Χόρχε Μπουκάι, Να σου πω μια ιστορία, Μετ. Κ. Ηλιόπουλος, Εκδόσεις Opera, Αθήνα 2006)

2 σχόλια: